Ο σεισμός των 7,7 Ρίχτερ που συγκλόνισε τη Μιανμάρ φέρνει στο προσκήνιο έναν ελάχιστα γνωστό αλλά σημαντικό σεισμικό κίνδυνο για την Ελλάδα. Ο Άκης Τσελέντης εξηγεί πώς αντίστοιχα σεισμικά φαινόμενα στο Ελληνικό Τόξο μπορεί να πλήξουν ακόμη και περιοχές εκατοντάδες χιλιόμετρα μακριά από το επίκεντρο.
Μέσα από ανάρτησή του, ο Άκης Τσελέντης τονίζει ότι τέτοιοι μακρινοί σεισμοί μεγάλου μεγέθους, όπως αυτοί που μπορεί να προκληθούν στο Ελληνικό Τόξο (νότια της Κρήτης, στην περιοχή σύγκρουσης της Ευρασιατικής με την Αφρικανική πλάκα), έχουν τη δυνατότητα να επηρεάσουν περιοχές πολύ μακριά από το επίκεντρο, ακόμη και χωρίς ιδιαίτερα υψηλές επιταχύνσεις του εδάφους.
Όπως εξηγεί, τα σεισμικά κύματα που διαδίδονται σε μεγάλες αποστάσεις χάνουν τις υψηλές συχνότητές τους, με αποτέλεσμα να παραμένουν χαμηλόσυχνα και να έχουν μεγάλες περιόδους ταλάντωσης. Αυτό οδηγεί στον συντονισμό των ψηλών κτιρίων, όπως οι ουρανοξύστες, οι γέφυρες, αλλά και εγκαταστάσεις όπως αγωγοί φυσικού αερίου και ανεμογεννήτριες, που έχουν ανάλογες ιδιοπεριόδους.
Χαρακτηριστικό είναι το φαινόμενο των επιφανειακών κυμάτων που, εξαιτίας του μικρού εστιακού βάθους των σεισμών, μπορούν να διαδοθούν σε τεράστιες αποστάσεις, μεταφέροντας χαμηλόσυχνη αλλά διαρκή ταλάντωση. Στη Μιανμάρ, αυτή η ταλάντωση είχε καταστροφικά αποτελέσματα σε ψηλά κτίρια, παρά την απόσταση από το επίκεντρο.
Ο Άκης Τσελέντης υπενθυμίζει ότι παρόμοια φαινόμενα έχουν καταγραφεί και στην Ελλάδα. Στον σεισμό των Κυθήρων το 2006, παρά την απόσταση άνω των 200 χλμ. από την Αθήνα, καταγράφηκαν ταλαντώσεις σε ψηλά κτίρια, ενώ σε κάποιες περιπτώσεις έπεσαν αντικείμενα από ράφια. Τέλος στο ερώτημα εάν κινδυνεύει η χώρα μας από αντίστοιχους ΜΑΚΡΙΝΟΥΣ σεισμούς που μπορεί σε βάθος χρόνου να συμβούν στο Ελληνικό τόξο (Εκεί που η Ευρασιατική πλάκα συγκρούεται Νότια της Κρήτης με την Αφρικανική) ο σεισμολόγος ήταν καταφατικός: «Δυστυχώς ΝΑΙ!»
Διαβάστε επίσης: